επιστροφή


Η  ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ
 

Παναγιώτης Σ. Πίστας

 

 

Στη Μυθολογία, που εκδίδεται το 1977, τα δώδεκα αλληλένδετα αφηγήματα που την απαρτίζουν -τόσο αλληλένδετα ώστε να μπορούν να διαβαστούν ως ενιαίο μυθιστόρημα- μιλούν για την πρώτη από τις τρεις αυτές γενιές: τους γεννήτορες των προσώπων του Κήπου των πριγκίπων και προγόνους του συγγραφέα. Μιλούν δηλ. για μια εποχή «μυθική» -τόσο για τον συγγραφέα και τους ο΅ηλίκους του, καθώς τη γνωρίζουν μέσα από ΅ακρινούς δρόμους, από τα έμμεσα και άμεσα βιώματα μιας ενδιάμεσης γενιάς, -όσο και για όλους ΅ας, καθώς αποτελεί το τέλος ενός «παραδοσιακού» κόσμου: Παράλληλα όμως τα αφηγήματα αυτά ΅ε την αντιπροσωπευτικότητά τους μεταστοιχειώνουν, όπως έχει χαρακτηριστικά ειπωθεί 1, και μια παλιά οικογενειακή ιστορία σε εθνικό σχεδόν μύθο: Ένα χωριατόπουλο από την Ήπειρο, ο παππούς του συγγραφέα, έρχεται γύρω στα 1880 στη μεγάλη πόλη -την τουρκοκρατούμενη τότε και κατόπιν απελευθερωμένη Θεσσαλονίκη- για να βρει την τύχη του, ζει επί σαράντα περίπου χρόνια την πολυτάραχη ιστορία της πολιτείας αυτής προσπαθώντας να δημιουργήσει ΅ε το εμπόριο μια περιουσία για τον εαυτό του και τη φαμίλια του, και τελειώνει ουσιαστικά τη ζωή του η΅ίπληκτος και παρά λίγο εύπορος γύρω στα 1920, έχοντας υποστεί πολλές από τις δοκιμασίες της ανθρώπινης μοίρας αλλά και του τότε νεοελληνικού αστικού βίου, και έχοντας «σπονδυλώσει» ΅ε τους σπουδαιότερους σταθμούς αυτής της πορείας του τα αφηγήματα του βιβλίου.

 

Η Μυθολογία δεν είναι ΅όνο γραμμένη σε τρίτο πρόσωπο αλλά μαρτυρεί και μια αντικειμενικότερη θέαση του κόσμου, καθώς και μια ουσιαστικότερη ιστορική προοπτική. Το ενδιαφέρον του συγγραφέα για τη συλλογική «μοίρα» γίνεται τώρα πολύ μεγαλύτερο. Όπως έχει επισημανθεί 2, οι ήρωες της Μυθολογίας είναι ταυτόχρονα ατομικές και τυπικές μορφές, και δρουν ή πάσχουν μέσα σε καταστάσεις γενικότερες και κυρίως καθορισμένες από την ιστορία. Θα πρέπει ΅όνο να σημειωθεί ότι οι καταστάσεις αυτές μετουσιώνονται λογοτεχνικά (παρά τη χρήση της αφήγησης σε τρίτο πρόσωπο) ΅ε τον γνώριμο από πριν τρόπο του συγγραφέα, περασμένες δηλ. μέσα από τη ματιά, τη νοοτροπία και την όποια συμμετοχή των προσώπων του (εδώ κυρίως του κεντρικού ήρωα). Ο αφηγητής κρατά συχνά και ΅ε ποικίλους τρόπους τη διακριτική απόσταση ή και την ειρωνεία του εκπροσώπου της τρίτης γενεάς, κάποτε όμως (όπως την ώρα της επερχόμενης οικονομικής καταστροφής, στο αφήγημα «Τα καπιτάλια») πλησιάζει περισσότερο τον ήρωά του (και τότε ο εσωτερικός κόσμος του τελευταίου διευρύνεται, ενώ η εκφορά του λόγου και σε β' πρόσωπο μοιάζει να συμπλέκει, σχεδόν όπως και παλαιότερα, πρωταγωνιστή, αφηγητή και αναγνώστη).

 

Αν κατά την περίοδο της αφήγησης σε πρώτο πρόσωπο (Κήπος των πριγκίπων, Εμβατήρια, Ύπνος θάνατος), μέσα σ' ένα πλαίσιο από το οποίο δεν έλειπαν ούτε η δράση ούτε η «εξωτερική» περιπέτεια, ο συγγραφέας έδινε την εντύπωση ότι καλεί τον αναγνώστη να ξεπεράσει το αρχικό ενδιαφέρον του για το τί ακριβώς έγινε και να αφεθεί να παρακολουθήσει τη φευγαλέα «εσωτερική περιπέτεια» των ηρώων, ΅ε τη Μυθολογία η εξωτερική πλοκή ξανακερδίζει τα δικαιώματά της, χωρίς όμως να εξαλείφει εντελώς τις μνήμες, το «φευγαλέο», ή (κάποτε) και το όνειρο. Επίσης, αν στον Ύπνο θάνατο το γεγονός όχι ΅όνο θρυμματιζόταν, αλλά έτεινε και να εξαφανιστεί, εδώ επιστρέφει κυριαρχικό και ΅ε τη συχνότητα και τη στερεότητά του επηρεάζει την αφήγηση, επιβάλλοντας την «απ' έξω» θέαση των περισσότερων συμβάντων και περιορίζοντας την έκταση, όχι όμως και την ένταση, του ρευστότερου υλικού των προσωπικών αναμνήσεων, έμμονων ιδεών , διαψεύσεων και τύψεων. Η μύχια πάντως ατομική φωνή του Κήπου των πριγκίπων ακούγεται κι εδώ, καταλαγιασμένη όμως, απολογητική και κρυπτικότερη.

Ο λόγος του Μπακόλα ίσως να έχει χάσει κάπως στη Μυθολογία τη στιλπνότητα που είχε στις καλύτερες στιγμές της προηγούμενης περιόδου. Φαίνεται, επίσης, τώρα παραδοσιακότερος, διατηρώντας όμως τα βασικά του γνωρίσματα, μετασχηματισμένα ή μετριασμένα: Η εκφορά σε γ' πρόσωπο «χωνεύει» μέσα της -όπως προηγουμένως και η σε α' πρόσωπο- ατόφια μικρά κομμάτια ευθέος λόγου ή διαλόγου.- Η ρυθμικότητα, που έχει βέβαια εξελιχθεί σε (αναπόσπαστο;) στοιχείο του προσωπικού του ιδιώματος, και που εξέφραζε πρώτα κυρίως την ένταση ή την έξαρση του αφηγητή-­προσώπου κατά την ώρα της αφηγηματικής πράξης, τώρα σαν να θέλει να γίνει περισσότερο η υπόκρουση μιας αφήγησης περασμένων. -Η λέξη λειτουργεί κι εδώ συχνά ως αρμός σύνδεσης μικρών ή μεγάλων ενοτήτων, ή στέκεται μετέωρη, όπως παλαιότερα, ανάμεσα σε δύο φράσεις, επιζητώντας το παιχνίδι μερικές φορές, όχι όμως και την τολμηρή συνειρμικότητα του παρελθόντος, πράγμα ως ένα σημείο αναμενόμενο, καθώς το στοιχείο του «παράλογου» έχει εκλείψει σχεδόν εντελώς στη Μυθολογία. - Η ροϊκότητα, τέλος, διατηρείται, όχι τόσο ως «σπάσιμο» του γεγονότος, όσο ως λίγο ­ πολύ συνεχείς παλινδρομήσεις του χρόνου στο εσωτερικό των περισσότερων αφηγημάτων, τα οποία πάντως διαδέχονται το ένα το άλλο σε ευθύγραμμη χρονολογική σειρά. Οι παλινδρομήσεις αυτές, καθώς συχνά ξεπερνούν τα δασικά χρονικά πλαίσια των αφηγημάτων και βυθίζονται ως τους απώτερους προγόνους ή φτάνουν σχεδόν ως την εποχή του αφηγητή, είναι το κυριότερο ΅έσο ΅ε το οποίο, όπως έχει παρατηρηθεί 3, επενδύονται σ' αυτό το σχετικά σύντομο βιβλίο τα, «κληροδοτημένα» και ΅η, βιώματα τριών και πλέον γενεών".

            .

Η Μυθολογία μπορεί να πει κανείς ότι αποτελεί τον συμπληρωματικό αντίποδα του Κήπου των πριγκίπων από πολλές απόψεις. Ας δούμε μερικές από αυτές: Εκεί το μυθικό χρησιμοποιείται ως όχημα του καθημερινού, εδώ το καθημερινό θέλει να αναχθεί σε μυθικό. Η «μοίρα» της τελικής συντριβής υπάρχει κι εδώ, χωρίς να συνοδεύεται όμως και από την ηθική παρακμή των ατόμων. Η οικογένεια υφαίνει πάλι τους περισσότερους ιστούς του βιβλίου, ιστούς όμως πιο πολύ κεντρομόλους, παρά φυγόκεντρους. Το ερωτικό στοιχείο δεν έχει τώρα τη θεματική προτεραιότητα, αλλά «ξεσπά» ΅ε ποικίλους τρόπους σε μερικά αφηγήματα. Και η πικρία της διάψευσης κυριαρχεί, αλλά και συνταιριάζεται ΅ε την πικρία της τύψης. Γιατί, αντικειμενικότερος ή υποκειμενικότερος ο κόσμος του Μπακόλα, δεν κρύβει, σε τελευταία ανάλυση, το κύριο φίλτρο ΅ε το οποίο είναι ιδωμένος: ένα φίλτρο ατομικής και συλλογικής τύψης, ατομικής και συλλογικής διάψευσης, που το γεννά η συνάντηση και η σύγκρουση του συγγραφέα από τη μια μεριά ΅ε την ατομική και τη γενικότερη ανθρώπινη μοίρα, κι από την άλλη ΅ε την ταξική θα λέγαμε «μοίρα» ενός ευρέος κοινωνικού στρώματος - αυτού που συνήθως αποκαλούμε «μεσαίο» - και, γενικότερα, ΅ε την ιστορική «μοίρα» του τόπου ΅ας εδώ και έναν περίπου αιώνα.

1.       Αλ. Κοτζιάς, εφ. Η Καθημερινή, 15.12.1977. (βλ. Τώρα: Του ιδίου,   
  Μεταπολεμικοί πεζογράφοι, Α. 1982, σ. 97.)

2.       Όπου παραπάνω

3.       Γ.Δ. Παγανός, περ Διαβάζω, τευχ. 9 (Νοέμ-Δεκ. 1977), σ. 79. (βλ. τωρα:   Του ιδίου, Αναζητήσεις στη σύγχρονη πεζογραφία, Αθ. 1984, σ.43)

 Το κείμενο αυτό είναι Απόσπασμα από την εισαγωγή του Π. Σ. Πίστα για την πεζογραφία του Νίκου Μπακόλα που δημοσιεύτηκε  τον ΣΤ΄ τόμο της ανθολογίας Η μεταπολεμική πεζογραφία των εκδόσεων Σοκόλη, 1988 και στο βιβλίο 'Με επίκεντρο τη "Μεγάλη Πλατεία" (2009) των Π. Σ. Πίστα και Β. Αποστολίδου.

Επιστροφή στην προηγούμενη σελίδα

qbyhcpx6nx